Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταγά
ταγαῖος
ταγαρίζα
ταγγή
ταγγίζω
ταγγός
ταγεία
ταγεύω
ταγέω
ταγή
ταγηνίας
ταγηνίζω
ταγήνισις
ταγηνισταί
ταγηνιστός
ταγηνοκνισοθήρας
τάγηνον
ταγηνοστρόφιον
τάγμα
ταγματάρχης
ταγματικός
View word page
ταγηνίας
pancake
ShortDef
pancake
Debugging
Headword:
ταγηνίας
Headword (normalized):
ταγηνίας
Headword (normalized/stripped):
ταγηνιας
IDX:
86531
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86532
Key:
Data
{'content': 'pancake'}