Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ταβλίζω
ταβλίον
ταβλιόπη
ταβλιστής
ταβλωτός
ταγά
ταγαῖος
ταγαρίζα
ταγγή
ταγγίζω
ταγγός
ταγεία
ταγεύω
ταγέω
ταγή
ταγηνίας
ταγηνίζω
ταγήνισις
ταγηνισταί
ταγηνιστός
ταγηνοκνισοθήρας
View word page
ταγγός
rancid
ShortDef
rancid
Debugging
Headword:
ταγγός
Headword (normalized):
ταγγός
Headword (normalized/stripped):
ταγγος
IDX:
86526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86527
Key:
Data
{'content': 'rancid'}