Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σωτηριώδης
Σωτίων
σῶτρον
σωφρονέω
σωφρόνημα
σωφρονητέον
σωφρονίζω
σωφρονικός
Σωφρονίσκος
σωφρόνισμα
σωφρονισμός
σωφρονιστήρ
σωφρονιστήριον
σωφρονιστής
σωφρονιστικός
σωφρονιστύς
σωφροσύνη
σώφρων
σώχω
τʹ
ταβαίτας
View word page
σωφρονισμός
teaching of morality

ShortDef

teaching of morality

Debugging

Headword:
σωφρονισμός
Headword (normalized):
σωφρονισμός
Headword (normalized/stripped):
σωφρονισμος
IDX:
86498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86499
Key:

Data

{'content': 'teaching of morality'}