Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σωστέος
σωστικός
σωστός
σῶστρα
Σωστράτη
Σώστρατος
σώτειρα
σωτήρ
σωτηρία
σωτηριασταί
σωτήριος
σωτηριώδης
Σωτίων
σῶτρον
σωφρονέω
σωφρόνημα
σωφρονητέον
σωφρονίζω
σωφρονικός
Σωφρονίσκος
σωφρόνισμα
View word page
σωτήριος
saving, delivering

ShortDef

saving, delivering

Debugging

Headword:
σωτήριος
Headword (normalized):
σωτήριος
Headword (normalized/stripped):
σωτηριος
IDX:
86487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86488
Key:

Data

{'content': 'saving, delivering'}