Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σωρευτικός
σωρευτός
σωρεύω
σωρηδόν
σωρίτης
σωριτικός
σωρῖτις
σωροβόλιον
σωροειδής
σωρός
σωρότερος
σῶρυ
σῶς
σῶς2
σωσάνιον
Σωσικράτης
σωσίοικος
σωσίπολις
σωστέος
σωστικός
σωστός
View word page
σωρότερος
large cup

ShortDef

large cup

Debugging

Headword:
σωρότερος
Headword (normalized):
σωρότερος
Headword (normalized/stripped):
σωροτερος
IDX:
86469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86470
Key:

Data

{'content': 'large cup'}