Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σωματοφυής
σωματοφυλακέω
σωματοφυλακία
σωματοφυλάκιον
σωματοφύλαξ
σωματόω
σωμάτωσις
σωμελής
Σωπάτρειος
σωπομπία
σωρά
σωρακίς
σώρακος
σωρεία
σωρείτης
σώρευμα
σώρευσις
σωρευτής
σωρευτικός
σωρευτός
σωρεύω
View word page
σωρά
scopa
ShortDef
scopa
Debugging
Headword:
σωρά
Headword (normalized):
σωρά
Headword (normalized/stripped):
σωρα
IDX:
86451
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86452
Key:
Data
{'content': 'scopa'}