Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σωματοποιέω
σωματοποίησις
σωματοποιός
σωματότης
σωματοτροφεῖον
σωματουργέω
σωματουργός
σωματοφθορέω
σωματοφόρβος
σωματοφόρος
σωματοφυής
σωματοφυλακέω
σωματοφυλακία
σωματοφυλάκιον
σωματοφύλαξ
σωματόω
σωμάτωσις
σωμελής
Σωπάτρειος
σωπομπία
σωρά
View word page
σωματοφυής
corporeal

ShortDef

corporeal

Debugging

Headword:
σωματοφυής
Headword (normalized):
σωματοφυής
Headword (normalized/stripped):
σωματοφυης
IDX:
86441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86442
Key:

Data

{'content': 'corporeal'}