Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιδικέω
ἀντιδικία
ἀντίδικος
ἀντιδικτάτωρ
ἀντιδιορίζω
ἀντιδιορύσσω
ἀντιδίσκωσις
ἀντιδοκέω
ἀντιδόκιον
ἀντιδομή
ἀντιδοξάζω
ἀντιδοξέω
ἀντίδοξος
ἀντίδορος
ἀντίδοσις
ἀντίδοτος
ἀντιδουλεύω
ἀντίδουλος
ἀντίδουπος
ἀντίδρασις
ἀντιδράσσομαι
View word page
ἀντιδοξάζω
to be of a contrary opinion

ShortDef

to be of a contrary opinion

Debugging

Headword:
ἀντιδοξάζω
Headword (normalized):
ἀντιδοξάζω
Headword (normalized/stripped):
αντιδοξαζω
IDX:
8643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8644
Key:

Data

{'content': 'to be of a contrary opinion'}