Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σωματηγέω
σωματηγός
σωματίδιον
σωματίζω
σωματικός
σωμάτιον
σωματισμός
σωματοβλάβεια
σωματοειδής
σωματοθήκη
σωματομαχέω
σωματοπλαστέω
σωματοπλαστικός
σωματοποιέω
σωματοποίησις
σωματοποιός
σωματότης
σωματοτροφεῖον
σωματουργέω
σωματουργός
σωματοφθορέω
View word page
σωματομαχέω
practise gymnastic exercises with an opponent
ShortDef
practise gymnastic exercises with an opponent
Debugging
Headword:
σωματομαχέω
Headword (normalized):
σωματομαχέω
Headword (normalized/stripped):
σωματομαχεω
IDX:
86428
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86429
Key:
Data
{'content': 'practise gymnastic exercises with an opponent'}