Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σωληνωτός
σῶμα
σωμάριστρον
σωμασκέω
σωμασκητής
σωμασκία
σωμασκίας
σωματεῖον
σωματεκμαγεῖον
σωματεμπορέω
σωματέμπορος
σωματηγέω
σωματηγός
σωματίδιον
σωματίζω
σωματικός
σωμάτιον
σωματισμός
σωματοβλάβεια
σωματοειδής
σωματοθήκη
View word page
σωματέμπορος
slave-dealer

ShortDef

slave-dealer

Debugging

Headword:
σωματέμπορος
Headword (normalized):
σωματέμπορος
Headword (normalized/stripped):
σωματεμπορος
IDX:
86417
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86418
Key:

Data

{'content': 'slave-dealer'}