Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχολιαστής
σχολικός
σχολιογράφος
σχόλιον
σχόμενος
σῶδες
σῴζω
σωκάριον
σωκέω
Σωκλῆς
σῶκος
Σωκρατεῖον
Σωκρατέω
Σωκράτης
Σωκρατίδιον
Σωκρατικός
Σωκρατιστής
Σωκρατόγομφος
σωλάριον
σωλήν
σωληνεύομαι
View word page
σῶκος
the stout, strong one

ShortDef

the stout, strong one

Debugging

Headword:
σῶκος
Headword (normalized):
σῶκος
Headword (normalized/stripped):
σωκος
IDX:
86387
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86388
Key:

Data

{'content': 'the stout, strong one'}