Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχολάζω
σχολαῖος
σχολαιότης
σχολάριος
σχολαρχέω
σχολάρχης
σχολαρχικός
σχολαστήριον
σχολαστής
σχολαστικός
σχολεῖον
σχολερός
σχολή
σχολιάζω
σχολιαστής
σχολικός
σχολιογράφος
σχόλιον
σχόμενος
σῶδες
σῴζω
View word page
σχολεῖον
school

ShortDef

school

Debugging

Headword:
σχολεῖον
Headword (normalized):
σχολεῖον
Headword (normalized/stripped):
σχολειον
IDX:
86373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86374
Key:

Data

{'content': 'school'}