Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχοινότονος
σχοινουργός
σχοινοῦς
σχοινοφιλίνδα
σχοινοφόρος
σχοινοχάλινος
σχοινώδης
σχολά
σχολάζω
σχολαῖος
σχολαιότης
σχολάριος
σχολαρχέω
σχολάρχης
σχολαρχικός
σχολαστήριον
σχολαστής
σχολαστικός
σχολεῖον
σχολερός
σχολή
View word page
σχολαιότης
leisureliness, laziness

ShortDef

leisureliness, laziness

Debugging

Headword:
σχολαιότης
Headword (normalized):
σχολαιότης
Headword (normalized/stripped):
σχολαιοτης
IDX:
86365
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86366
Key:

Data

{'content': 'leisureliness, laziness'}