Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχοινοίη
σχοινομέτρησις
σχοινόπλεκτος
σχοινοπλοκικός
σχοινοπλόκος
σχοινοπώλης
σχοινορραφέω
σχοῖνος
σχοινοτένεια
σχοινοτενής
σχοινότονος
σχοινουργός
σχοινοῦς
σχοινοφιλίνδα
σχοινοφόρος
σχοινοχάλινος
σχοινώδης
σχολά
σχολάζω
σχολαῖος
σχολαιότης
View word page
σχοινότονος
stretched with rushes

ShortDef

stretched with rushes

Debugging

Headword:
σχοινότονος
Headword (normalized):
σχοινότονος
Headword (normalized/stripped):
σχοινοτονος
IDX:
86355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86356
Key:

Data

{'content': 'stretched with rushes'}