Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχοινισμός
σχοινῖτις
σχοινίων
σχοινοβάτης
σχοινοδρομία
σχοινοδρόμος
σχοινοειδής
σχοινοίη
σχοινομέτρησις
σχοινόπλεκτος
σχοινοπλοκικός
σχοινοπλόκος
σχοινοπώλης
σχοινορραφέω
σχοῖνος
σχοινοτένεια
σχοινοτενής
σχοινότονος
σχοινουργός
σχοινοῦς
σχοινοφιλίνδα
View word page
σχοινοπλοκικός
of or for rope-making

ShortDef

of or for rope-making

Debugging

Headword:
σχοινοπλοκικός
Headword (normalized):
σχοινοπλοκικός
Headword (normalized/stripped):
σχοινοπλοκικος
IDX:
86348
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86349
Key:

Data

{'content': 'of or for rope-making'}