Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχοίνισμα
σχοινισμός
σχοινῖτις
σχοινίων
σχοινοβάτης
σχοινοδρομία
σχοινοδρόμος
σχοινοειδής
σχοινοίη
σχοινομέτρησις
σχοινόπλεκτος
σχοινοπλοκικός
σχοινοπλόκος
σχοινοπώλης
σχοινορραφέω
σχοῖνος
σχοινοτένεια
σχοινοτενής
σχοινότονος
σχοινουργός
σχοινοῦς
View word page
σχοινόπλεκτος
plaited of rushes

ShortDef

plaited of rushes

Debugging

Headword:
σχοινόπλεκτος
Headword (normalized):
σχοινόπλεκτος
Headword (normalized/stripped):
σχοινοπλεκτος
IDX:
86347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86348
Key:

Data

{'content': 'plaited of rushes'}