Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σχοινάνθη
σχοινᾶς
σχοινιά
σχοινίκλος
σχοινικός
σχοίνινος
σχοινίον
σχοινιοπλόκος
σχοινιοστρόφος
σχοινίς
σχοινίς2
σχοίνισμα
σχοινισμός
σχοινῖτις
σχοινίων
σχοινοβάτης
σχοινοδρομία
σχοινοδρόμος
σχοινοειδής
σχοινοίη
σχοινομέτρησις
View word page
σχοινίς2
of rushes
ShortDef
rope, cord; decorated with rope
of rushes
Debugging
Headword:
σχοινίς2
Headword (normalized):
σχοινίς
Headword (normalized/stripped):
σχοινις2
IDX:
86336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86337
Key:
Data
{'content': 'of rushes'}