Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχετήριον
σχετικός
σχετλιάζω
σχετλιασμός
σχετλιαστικός
σχετλιοποιός
σχέτλιος
σχῆμα
σχηματιαῖος
σχηματίζω
σχηματικός
σχημάτιον
σχημάτισις
σχηματισμός
σχηματιστέον
σχηματογραφέω
σχηματογραφία
σχηματόδεσμος
σχηματοθήκη
σχηματοποιέω
σχηματοποιία
View word page
σχηματικός
pertaining to phases

ShortDef

pertaining to phases

Debugging

Headword:
σχηματικός
Headword (normalized):
σχηματικός
Headword (normalized/stripped):
σχηματικος
IDX:
86288
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86289
Key:

Data

{'content': 'pertaining to phases'}