Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχερός
σχέσις
σχετέος
σχετήριον
σχετικός
σχετλιάζω
σχετλιασμός
σχετλιαστικός
σχετλιοποιός
σχέτλιος
σχῆμα
σχηματιαῖος
σχηματίζω
σχηματικός
σχημάτιον
σχημάτισις
σχηματισμός
σχηματιστέον
σχηματογραφέω
σχηματογραφία
σχηματόδεσμος
View word page
σχῆμα
form, figure, appearance

ShortDef

form, figure, appearance

Debugging

Headword:
σχῆμα
Headword (normalized):
σχῆμα
Headword (normalized/stripped):
σχημα
IDX:
86285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86286
Key:

Data

{'content': 'form, figure, appearance'}