Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχεδισμός
σχεδογραφία
σχεδόθεν
σχεδόν
σχέδος
σχεδουργός
σχέδυνος
σχέθω
σχελίς
σχένδυλα
σχεράς
Σχερία
Σχερίη
σχερός
σχέσις
σχετέος
σχετήριον
σχετικός
σχετλιάζω
σχετλιασμός
σχετλιαστικός
View word page
σχεράς
shingle

ShortDef

shingle

Debugging

Headword:
σχεράς
Headword (normalized):
σχεράς
Headword (normalized/stripped):
σχερας
IDX:
86272
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86273
Key:

Data

{'content': 'shingle'}