Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σχεδιουργός
σχεδισμός
σχεδογραφία
σχεδόθεν
σχεδόν
σχέδος
σχεδουργός
σχέδυνος
σχέθω
σχελίς
σχένδυλα
σχεράς
Σχερία
Σχερίη
σχερός
σχέσις
σχετέος
σχετήριον
σχετικός
σχετλιάζω
σχετλιασμός
View word page
σχένδυλα
a pair of pincers
ShortDef
a pair of pincers
Debugging
Headword:
σχένδυλα
Headword (normalized):
σχένδυλα
Headword (normalized/stripped):
σχενδυλα
IDX:
86271
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86272
Key:
Data
{'content': 'a pair of pincers'}