Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σχαστήρ
σχαστηρία
σχαστήριον
σχεδάριον
σχεδεκδότης
σχέδη
σχέδην
σχεδία
σχεδιάζω
σχεδίασμα
σχεδιασμός
σχεδιαστικῶς
σχεδίη
σχεδίην
σχεδικός
σχέδιος
σχεδιουργός
σχεδισμός
σχεδογραφία
σχεδόθεν
σχεδόν
View word page
σχεδιασμός
doing, speaking

ShortDef

doing, speaking

Debugging

Headword:
σχεδιασμός
Headword (normalized):
σχεδιασμός
Headword (normalized/stripped):
σχεδιασμος
IDX:
86255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86256
Key:

Data

{'content': 'doing, speaking'}