Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σφονδυλώδης
σφός
σφραγίδιον
σφραγιδονυχαργοκομήτης
σφραγιδοφυλάκιον
σφραγίζω
σφραγίς
σφράγισμα
σφραγισμός
σφραγιστήρ
σφραγιστήριον
σφραγιστής
σφραγιστός
σφριγανός
σφριγάω
σφρίγος
σφριγώδης
σφυγματώδης
σφυγμικός
σφυγμολογέω
σφυγμός
View word page
σφραγιστήριον
seal, stamp
ShortDef
seal, stamp
Debugging
Headword:
σφραγιστήριον
Headword (normalized):
σφραγιστήριον
Headword (normalized/stripped):
σφραγιστηριον
IDX:
86192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86193
Key:
Data
{'content': 'seal, stamp'}