Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σφονδύλιον
σφονδύλιος
σφονδυλίων
σφονδυλοδίνητος
σφονδυλόεις
σφονδυλόμαντις
σφόνδυλος
σφονδυλώδης
σφός
σφραγίδιον
σφραγιδονυχαργοκομήτης
σφραγιδοφυλάκιον
σφραγίζω
σφραγίς
σφράγισμα
σφραγισμός
σφραγιστήρ
σφραγιστήριον
σφραγιστής
σφραγιστός
σφριγανός
View word page
σφραγιδονυχαργοκομήτης
a long-haired fop with rings and natty nails

ShortDef

a long-haired fop with rings and natty nails

Debugging

Headword:
σφραγιδονυχαργοκομήτης
Headword (normalized):
σφραγιδονυχαργοκομήτης
Headword (normalized/stripped):
σφραγιδονυχαργοκομητης
IDX:
86185
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86186
Key:

Data

{'content': 'a long-haired fop with rings and natty nails'}