Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σφοδρότης
σφοδρύνω
σφοδρῶς
σφονδύλη
σφονδύλιον
σφονδύλιος
σφονδυλίων
σφονδυλοδίνητος
σφονδυλόεις
σφονδυλόμαντις
σφόνδυλος
σφονδυλώδης
σφός
σφραγίδιον
σφραγιδονυχαργοκομήτης
σφραγιδοφυλάκιον
σφραγίζω
σφραγίς
σφράγισμα
σφραγισμός
σφραγιστήρ
View word page
σφόνδυλος
a vertebra
ShortDef
a vertebra
Debugging
Headword:
σφόνδυλος
Headword (normalized):
σφόνδυλος
Headword (normalized/stripped):
σφονδυλος
IDX:
86181
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86182
Key:
Data
{'content': 'a vertebra'}