Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιδιαβαίνω
ἀντιδιαβάλλω
ἀντιδιαγράφω
ἀντιδιαζεύγνυμαι
ἀντιδιαίρεσις
ἀντιδιαιρέω
ἀντιδιάκειμαι
ἀντιδιάκονος
ἀντιδιακοσμέω
ἀντιδιαλέγομαι
ἀντιδιαλλάσσομαι
ἀντιδιαλογίζομαι
ἀντιδιανυκτερεύω
ἀντιδιαπλέκω
ἀντιδιασταλτικός
ἀντιδιαστατέω
ἀντιδιαστέλλω
ἀντιδιαστολή
ἀντιδιάταξις
ἀντιδιατάσσομαι
ἀντιδιατίθημι
View word page
ἀντιδιαλλάσσομαι
exchange

ShortDef

exchange

Debugging

Headword:
ἀντιδιαλλάσσομαι
Headword (normalized):
ἀντιδιαλλάσσομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιδιαλλασσομαι
IDX:
8613
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8614
Key:

Data

{'content': 'exchange'}