Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σφάκος
Σφακτηρία
σφάκτης
σφακτικός
σφακτός
σφάκτρια
σφάκτρον
σφακώδης
σφαλερόνηκτος
σφαλερός
σφαλίζω
σφαλλός
σφάλλω
σφάλμα
σφαλμάω
σφαλμός
σφαλός
σφάλος
σφάλτης
σφαραγέομαι
σφαραγίζω
View word page
σφαλίζω
fetter
ShortDef
fetter
Debugging
Headword:
σφαλίζω
Headword (normalized):
σφαλίζω
Headword (normalized/stripped):
σφαλιζω
IDX:
86090
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86091
Key:
Data
{'content': 'fetter'}