Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσφάλλομαι
συσφηκόω
συσφίγγω
σύσφιγκτος
σύσφιγμα
συσφραγίζω
σύσχεσις
συσχετήριον
συσχηματίζω
συσχημάτισις
συσχηματισμός
συσχίζω
συσχολάζω
συσχολαστής
Σύφαξ
σῦφαρ
συφειός
συφεός
συφορβέω
συφόρβιον
συφορβός
View word page
συσχηματισμός
configuration

ShortDef

configuration

Debugging

Headword:
συσχηματισμός
Headword (normalized):
συσχηματισμός
Headword (normalized/stripped):
συσχηματισμος
IDX:
86013
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86014
Key:

Data

{'content': 'configuration'}