Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσφαιριστής
συσφάλλομαι
συσφηκόω
συσφίγγω
σύσφιγκτος
σύσφιγμα
συσφραγίζω
σύσχεσις
συσχετήριον
συσχηματίζω
συσχημάτισις
συσχηματισμός
συσχίζω
συσχολάζω
συσχολαστής
Σύφαξ
σῦφαρ
συφειός
συφεός
συφορβέω
συφόρβιον
View word page
συσχημάτισις
similar situation

ShortDef

similar situation

Debugging

Headword:
συσχημάτισις
Headword (normalized):
συσχημάτισις
Headword (normalized/stripped):
συσχηματισις
IDX:
86012
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-86013
Key:

Data

{'content': 'similar situation'}