Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύστασις
συστασιώτης
συστατέω
συστάτης
συστατικός
συστατός
συσταυρόω
συστεγάζω
συστεγνόω
σύστειπτος
συστείχω
συστέλλω
συστενάζω
συστενοχωρέω
συστένω
συστερέομαι
συστεφανηφορέω
συστέφανος
συστεφανόω
συστέφομαι
σύστημα
View word page
συστείχω
walk together with

ShortDef

walk together with

Debugging

Headword:
συστείχω
Headword (normalized):
συστείχω
Headword (normalized/stripped):
συστειχω
IDX:
85955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85956
Key:

Data

{'content': 'walk together with'}