Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσσώματος
σύσσωμος
συσσωρεύω
συσσωφρονέω
συστάδην
συσταδόν
συσταθεύω
συσταθμία
συσταθμίζω
συστάθμισις
σύσταθμος
συσταλάσσω
συσταλτέον
συσταλτικός
συσταμνίζω
συστάς
συστασιάζω
συστασιαστής
σύστασις
συστασιώτης
συστατέω
View word page
σύσταθμος
of equal weight

ShortDef

of equal weight

Debugging

Headword:
σύσταθμος
Headword (normalized):
σύσταθμος
Headword (normalized/stripped):
συσταθμος
IDX:
85937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85938
Key:

Data

{'content': 'of equal weight'}