Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συσσυκοφαντέω
συσσύρω
συσσῴζω
συσσωματοποιέω
συσσώματος
σύσσωμος
συσσωρεύω
συσσωφρονέω
συστάδην
συσταδόν
συσταθεύω
συσταθμία
συσταθμίζω
συστάθμισις
σύσταθμος
συσταλάσσω
συσταλτέον
συσταλτικός
συσταμνίζω
συστάς
συστασιάζω
View word page
συσταθεύω
help to roast
ShortDef
help to roast
Debugging
Headword:
συσταθεύω
Headword (normalized):
συσταθεύω
Headword (normalized/stripped):
συσταθευω
IDX:
85933
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85934
Key:
Data
{'content': 'help to roast'}