Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσσιτικός
συσσίτιον
συσσιτοποιέω
σύσσιτος
συσσιωπάω
συσσυκοφαντέω
συσσύρω
συσσῴζω
συσσωματοποιέω
συσσώματος
σύσσωμος
συσσωρεύω
συσσωφρονέω
συστάδην
συσταδόν
συσταθεύω
συσταθμία
συσταθμίζω
συστάθμισις
σύσταθμος
συσταλάσσω
View word page
σύσσωμος
united in one body

ShortDef

united in one body

Debugging

Headword:
σύσσωμος
Headword (normalized):
σύσσωμος
Headword (normalized/stripped):
συσσωμος
IDX:
85928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85929
Key:

Data

{'content': 'united in one body'}