Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσσαραπιαστής
συσσαρκόομαι
συσσάρκωσις
συσσαρκωτικός
συσσάττω
συσσεβίζω
συσσεισμός
συσσείω
συσσεύω
συσσημαίνω
συσσημαντικός
συσσημειόομαι
σύσσημον
συσσήπω
σύσσηψις
συσσιτέω
συσσίτησις
συσσιτία
συσσιτικός
συσσίτιον
συσσιτοποιέω
View word page
συσσημαντικός
co-significative

ShortDef

co-significative

Debugging

Headword:
συσσημαντικός
Headword (normalized):
συσσημαντικός
Headword (normalized/stripped):
συσσημαντικος
IDX:
85910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85911
Key:

Data

{'content': 'co-significative'}