Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συσκευαστής
συσκευή
συσκευοφορέω
συσκευωρέομαι
συσκευώρημα
σύσκεψις
συσκηνέω
συσκηνήτρια
συσκηνία
συσκήνια
συσκήνιος
σύσκηνος
συσκηνόω
συσκήνωσις
συσκιάζω
συσκίασις
συσκίασμα
σύσκιος
συσκιρόομαι
συσκιρτάω
συσκοπέω
View word page
συσκήνιος
mess mate

ShortDef

mess mate

Debugging

Headword:
συσκήνιος
Headword (normalized):
συσκήνιος
Headword (normalized/stripped):
συσκηνιος
IDX:
85866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85867
Key:

Data

{'content': 'mess mate'}