Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Σύρτις
συρτός
συρτός2
σύρφαξ
συρφετός
συρφετώδης
σύρω
συσβέννυμι
συσιναπιστέον
συσκάπτω
συσκεδάννυμι
συσκέλλω
σύσκεμμα
συσκεπάζω
συσκεπτέον
συσκέπω
συσκευάζω
συσκευασία
συσκευαστής
συσκευή
συσκευοφορέω
View word page
συσκεδάννυμι
to help in scattering, to toss about
ShortDef
to help in scattering, to toss about
Debugging
Headword:
συσκεδάννυμι
Headword (normalized):
συσκεδάννυμι
Headword (normalized/stripped):
συσκεδαννυμι
IDX:
85848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85849
Key:
Data
{'content': 'to help in scattering, to toss about'}