Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Συρακόσιος
Συράκουσαι
Συραττικός
σύρβα
συρβηνεύς
σύργαστρος
σύρδην
συρία
Συρία
Συριάρχης
Συριαρχία
συριγγέμβολος
συριγγιακός
συριγγίας
συριγγιάω
συρίγγιον
συριγγίς
συριγγόποδες
συριγγοποιός
συριγγοτόμον
συριγγόω
View word page
Συριαρχία
office of Συριάρχης

ShortDef

office of Συριάρχης

Debugging

Headword:
Συριαρχία
Headword (normalized):
συριαρχία
Headword (normalized/stripped):
συριαρχια
IDX:
85759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85760
Key:

Data

{'content': 'office of Συριάρχης'}