Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνωριστής
συνωροσκοπέω
σύνωσις
συνωφελέω
συνωχαδόν
συοβαύβαλος
συοβοιωτοί
συοβόσκης
συοβόσκιον
συοβοσκός
συόβρωτος
συοδήλητος
συοθήρας
συοκτασία
συοκτονία
συοκτόνος
συόομαι
συοπλουτοσύνη
συοτρόφος
συοφόνος
συοφόντης
View word page
συόβρωτος
bitten by a wild boar

ShortDef

bitten by a wild boar

Debugging

Headword:
συόβρωτος
Headword (normalized):
συόβρωτος
Headword (normalized/stripped):
συοβρωτος
IDX:
85732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85733
Key:

Data

{'content': 'bitten by a wild boar'}