Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνωρικεύομαι
συνώριος
συνωρίς
συνωριστής
συνωροσκοπέω
σύνωσις
συνωφελέω
συνωχαδόν
συοβαύβαλος
συοβοιωτοί
συοβόσκης
συοβόσκιον
συοβοσκός
συόβρωτος
συοδήλητος
συοθήρας
συοκτασία
συοκτονία
συοκτόνος
συόομαι
συοπλουτοσύνη
View word page
συοβόσκης
swineherd

ShortDef

swineherd

Debugging

Headword:
συοβόσκης
Headword (normalized):
συοβόσκης
Headword (normalized/stripped):
συοβοσκης
IDX:
85729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85730
Key:

Data

{'content': 'swineherd'}