Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνωνή
συνωνητής
συνώνητος
συνωνυμέω
συνωνυμία
συνώνυμος
συνωριαστής
συνωρίζω
συνωρικεύομαι
συνώριος
συνωρίς
συνωριστής
συνωροσκοπέω
σύνωσις
συνωφελέω
συνωχαδόν
συοβαύβαλος
συοβοιωτοί
συοβόσκης
συοβόσκιον
συοβοσκός
View word page
συνωρίς
a pair of horses
ShortDef
a pair of horses
Debugging
Headword:
συνωρίς
Headword (normalized):
συνωρίς
Headword (normalized/stripped):
συνωρις
IDX:
85721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85722
Key:
Data
{'content': 'a pair of horses'}