Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνυπακούω
συνυπαλλάσσομαι
συνυπαρκτικός
συνύπαρξις
συνυπάρχω
συνύπατος
συνύπειμι
συνυπεξάγω
συνυπερβάλλω
συνυπηρετέω
συνυποβάλλω
συνυπογράφω
συνυποδείκνυμι
συνυποδέχομαι
συνυποδίδωμι
συνυποδύομαι
συνυποζεύγνυμι
συνυπόκειμαι
συνυποκορίζω
συνυποκρίνομαι
συνυπολαμβάνω
View word page
συνυποβάλλω
subject at the same time

ShortDef

subject at the same time

Debugging

Headword:
συνυποβάλλω
Headword (normalized):
συνυποβάλλω
Headword (normalized/stripped):
συνυποβαλλω
IDX:
85659
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85660
Key:

Data

{'content': 'subject at the same time'}