Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σύντροφος
συντροχάζω
σύντροχος
συντρυγάω
συντρυφάω
συντρώγω
συντυγχάνω
συντυλόω
συντυμβωρυχέω
συντυπόω
συντυραννέω
συντυραννοκτονέω
συντύραννος
συντυρόω
συντυφλόω
συντυχία
συντυχικός
συνυβρίζω
συνυγιαίνω
συνυγραίνομαι
συνυθλέω
View word page
συντυραννέω
share in absolute power with
ShortDef
share in absolute power with
Debugging
Headword:
συντυραννέω
Headword (normalized):
συντυραννέω
Headword (normalized/stripped):
συντυραννεω
IDX:
85632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85633
Key:
Data
{'content': 'share in absolute power with'}