Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συντριηραρχέω
συντριηράρχημα
συντριήραρχος
συντρίκλινος
σύντριμμα
συντριμμός
σύντριχος
Σύντριψ
σύντριψις
συντροφέω
συντρόφη
συντροφία
σύντροφος
συντροχάζω
σύντροχος
συντρυγάω
συντρυφάω
συντρώγω
συντυγχάνω
συντυλόω
συντυμβωρυχέω
View word page
συντρόφη
foster-sister

ShortDef

foster-sister

Debugging

Headword:
συντρόφη
Headword (normalized):
συντρόφη
Headword (normalized/stripped):
συντροφη
IDX:
85620
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85621
Key:

Data

{'content': 'foster-sister'}