Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συντραγῳδέω
συντρανόομαι
συντράπεζος
συντράχηλος
σύντρεις
συντρέπω
συντρέφω
συντρέχεια
συντρέχω
σύντρησις
συντριαινόω
συντριβή
συντριβής
συντρίβω
συντριηραρχέω
συντριηράρχημα
συντριήραρχος
συντρίκλινος
σύντριμμα
συντριμμός
σύντριχος
View word page
συντριαινόω
to shatter as with a trident

ShortDef

to shatter as with a trident

Debugging

Headword:
συντριαινόω
Headword (normalized):
συντριαινόω
Headword (normalized/stripped):
συντριαινοω
IDX:
85606
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85607
Key:

Data

{'content': 'to shatter as with a trident'}