Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συντοξεύω
σύντοπος
συντορεύω
συντορέω
συντορμόω
συντορυνάω
συντραγῳδέω
συντρανόομαι
συντράπεζος
συντράχηλος
σύντρεις
συντρέπω
συντρέφω
συντρέχεια
συντρέχω
σύντρησις
συντριαινόω
συντριβή
συντριβής
συντρίβω
συντριηραρχέω
View word page
σύντρεις
three together, by threes

ShortDef

three together, by threes

Debugging

Headword:
σύντρεις
Headword (normalized):
σύντρεις
Headword (normalized/stripped):
συντρεις
IDX:
85600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85601
Key:

Data

{'content': 'three together, by threes'}