Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συντίλλω
συντιμάω
συντίμησις
συντιμωρέω
συντινάσσω
συντίνω
συντιτρώσκω
συντλάω
συντολμάω
συντομεύω
συντομή
συντομία
συντόμιον
σύντομος
συντονάριος
συντονία
σύντονος
συντονόω
συντοξεύω
σύντοπος
συντορεύω
View word page
συντομή
gallery

ShortDef

gallery

Debugging

Headword:
συντομή
Headword (normalized):
συντομή
Headword (normalized/stripped):
συντομη
IDX:
85582
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85583
Key:

Data

{'content': 'gallery'}