Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύνταφος
συνταχύνω
συντείνω
συντειχίζω
συντεκμαίρομαι
συντεκνοποιέω
σύντεκνος
συντεκνόω
συντεκταίνομαι
συντελέθω
συντέλεια
συντελειόω
συντελείωσις
συντελεσιουργία
συντέλεσις
συντέλεσμα
συντελεστής
συντελεστικός
συντελευτάω
συντελέω
συντελής
View word page
συντέλεια
a joint payment, joint contribution for public burdens

ShortDef

a joint payment, joint contribution for public burdens

Debugging

Headword:
συντέλεια
Headword (normalized):
συντέλεια
Headword (normalized/stripped):
συντελεια
IDX:
85531
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85532
Key:

Data

{'content': 'a joint payment, joint contribution for public burdens'}