Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνταλασιουργέω
συνταμίας
συντανύω
συνταξιαρχία
σύνταξις
συνταπεινόομαι
συντάραξις
συνταράσσω
συνταργανόομαι
συνταρρόομαι
σύνταρρος
σύντασις
συντάσσω
συντατέον
συντατικός
συνταυροτάφος
σύνταφος
συνταχύνω
συντείνω
συντειχίζω
συντεκμαίρομαι
View word page
σύνταρρος
interwoven, entangled

ShortDef

interwoven, entangled

Debugging

Headword:
σύνταρρος
Headword (normalized):
σύνταρρος
Headword (normalized/stripped):
συνταρρος
IDX:
85515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85516
Key:

Data

{'content': 'interwoven, entangled'}