Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνοπαδός
συνοπάζομαι
συνοπάων
συνοπλίζομαι
σύνοπλος
συνοπλοφορέω
συνοπτάω
συνοπτέον
συνοπτικός
σύνοπτος
σύνοπτρον
συνορατέον
συνορατικός
συνοράω
συνοργιάζω
συνοργίζομαι
συνορέγομαι
συνορέω
συνορθιάζω
συνορθόω
σύνορθρος
View word page
σύνοπτρον
orrery

ShortDef

orrery

Debugging

Headword:
σύνοπτρον
Headword (normalized):
σύνοπτρον
Headword (normalized/stripped):
συνοπτρον
IDX:
85436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85437
Key:

Data

{'content': 'orrery'}