Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σύνοξυς
συνοπαδός
συνοπάζομαι
συνοπάων
συνοπλίζομαι
σύνοπλος
συνοπλοφορέω
συνοπτάω
συνοπτέον
συνοπτικός
σύνοπτος
σύνοπτρον
συνορατέον
συνορατικός
συνοράω
συνοργιάζω
συνοργίζομαι
συνορέγομαι
συνορέω
συνορθιάζω
συνορθόω
View word page
σύνοπτος
that can be seen at a glance, in full view
ShortDef
that can be seen at a glance, in full view
Debugging
Headword:
σύνοπτος
Headword (normalized):
σύνοπτος
Headword (normalized/stripped):
συνοπτος
IDX:
85435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-85436
Key:
Data
{'content': 'that can be seen at a glance, in full view'}